καλλιλογίας

καλλιλογίας
καλλιλογίᾱς , καλλιλογία
elegance of language
fem acc pl
καλλιλογίᾱς , καλλιλογία
elegance of language
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Αγριππείον — Αρχαίο οικοδόμημα, η οικοδόμηση του οποίου οφείλεται στον Ρωμαίο Μάρκο Βιψάνιο Αγρίππα. Βρισκόταν στον Κεραμεικό της Αθήνας, χωρίς να είναι γνωστή η ακριβής τοποθεσία του. Ήταν ένα είδος θεάτρου, όπου οι διάφοροι ρήτορες εκφωνούσαν δοκιμαστικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”